ΑΠΟΨΗ: Ένας ανεύθυνος και – όπως αναφέρουν οι πληροφορίες που έρχονται στο φως της δημοσιότητας «σβαρνιάρης» επιχειρηματίας και η ανάλγητη – αδιάφορη στάση των τοπικών Αρχών του Δ. Κασσάνδρας, είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο ενός νέου παιδιού, του 19χρονου Γιάννη Καμπαϊλή – Καμπανταΐδη

Βράδυ της Δευτέρας 19 Αυγούστου 2024, στο Πευκοχώρι Χαλκιδικής, ο Γιάννης με τα δύο του αδέρφια και την μητέρα τους αποφασίζουν να πάνε να διασκεδάσουν στο λούνα παρκ της περιοχής. Προφανώς μέσα τους πίστευαν πως εν έτει 2024, δεν θα ήταν επικίνδυνο να ανέβουν σε μερικά παιχνίδια… Υποτίθεται ότι έχουμε κράτος, έχουμε ελεγκτικές αρχές, ζούμε στον… πολιτισμό. 

Δυστυχώς, έκαναν λάθος. Όχι, δεν υπάρχει κράτος, δεν υπάρχουν ελεγκτικές αρχές, δεν υπάρχει καμία… πολιτισμένη κοινωνία. Ζούμε από τύχη και, μαντέψτε, η τύχη καμία φορά δεν είναι ευνοϊκή για όλους. Η δημοτική αρχή της περιοχής δεν είχε προσωπικό να ελέγξει. Ο ιδιοκτήτης δεν είχε λόγω να συντηρεί τα μηχανήματα και να παίρνει τις απαραίτητες πιστοποιήσεις, δεν θα τον… συνέφερε οικονομικά προφανώς. Τι μπορεί να στραβώσει άλλωστε; Κι αν γίνει και κανένα ατύχημα, οι ασφαλιστικές θα πληρώσουν. 

Λέχθηκαν και γράφτηκαν πολλά. Θα τα έχετε ακούσει και διαβάσει. Από το ότι ο χειριστής (που εξαφανίστηκε όταν έγινε το δυστύχημα) ήταν γνώριμος των διωκτικών αρχών, ότι τα μηχανήματα είχαν παρθεί (άλλοι είπαν ότι είχαν κλαπεί) από εταιρία ανακύκλωσης στην Βουλγαρία, ότι ο ιδιοκτήτης διήγαγε πολυτελή ζωή, αν και κάποιοι δήμοι του… χαλούσαν την δουλειά, επειδή δεν του έδιναν άδεια. Βέβαια, οι άδειες αφορούσαν εγκατάσταση ή μη σε δημοτικούς χώρους. Διότι στους ιδιωτικούς χώρους δεν απαιτούνται άδειες. Άλλο άδεια εγκατάστασης και άλλο έλεγχος καταλληλότητας. 

Μέσα σε αυτό το τραγικά τριτοκοσμικό σκηνικό, μία μάνα κλήθηκε να ζήσει αυτό που δεν εύχεσαι ούτε στον χειρότερο εχθρό σου… Να δει μπροστά στα μάτια της το βλαστάρι της να σκοτώνεται και λίγες ώρες μετά να το αποχαιρετά για τελευταία φορά. Η νεκρική πομπή από το σπίτι της οικογένειας προς το Ναό της Αναλήψεως Βέροιας, το πρωί της Τετάρτης 21 Αυγούστου 2024, ήταν ασυνήθιστα μεγάλη. Και αποτελούνταν κυρίως από νέα παιδιά, φίλοι, συμμαθητές, συγγενείς του Γιάννη. Ακριβώς πίσω από την νεκροφόρα, που κουβαλούσε το λευκό του φέρετρο, οι γονείς, τα αδέρφια, οι παππούδες, συγγενείς και φίλοι αγαπημένοι. Με βλέμμα κενό, πόνο βουβό που σε κάποιες στιγμές ξεχείλιζε. 

Το «Δεύτε τελευταίον ασπασμόν» κράτησε περισσότερο από την Εξόδιο Ακολουθία. Όλοι ήθελαν να πουν το τελευταίο «αντίο» στον Γιάννη και να εκφράσουν την οδύνη και την συμπαράστασή τους στους δικούς του ανθρώπους. Άλλοι τόσοι ανέμεναν και στον τόπο ταφής του, στα νεκροταφεία του Διαβατού Βέροιας, στου χωριού του. Πώς να το χωρέσει ο νους τους ότι ο Γιάννης που αγάπησαν, με τον οποίο μεγάλωσαν μαζί, χωρίς να φταίει σε τίποτα, χωρίς να το αξίζει, θάφτηκε στην Ημαθιώτικη γη για πάντα. 

Τα δάκρυα μπορεί κάποτε να στερέψουν, ο πόνος όμως για τους ανθρώπους του που άφησε πίσω δεν θα σβήσει ποτέ. Όσα λόγια παρηγοριάς κι αν ακουστούν, όση αγάπη και συμπαράσταση και αν δεχθούν, η απώλεια του Γιάννη θα είναι κάτι που θα αφήσει ανεξίτηλο σημάδι στις ψυχές τους. 

Και τώρα τι; Να περιμένουμε ότι ο Γιάννης θα αποτελέσει την αφορμή να αλλάξουν τα πράγματα; Αστείο ακόμα και να το σκεφτείς! Ένας άλλος 19χρονος κηδευόταν πριν λίγα χρόνια στη Βέροια και ο θάνατός του, η δολοφονία του μάλλον, αποτέλεσε αφορμή για πολλές συζητήσεις. Ήταν ο Άλκης Καμπανός. Και; Άλλαξε κάτι; 

Σε μία χώρα που το πρώτα πράγμα που κάνουν οι υπεύθυνοι είναι να προσπαθήσουν να την «βγάλουν λάδι», κάθε άλλο παρά αισιόδοξοι μπορούμε να είμαστε. Στην χώρα που καίγονται άνθρωποι επειδή τους έστειλαν να εγκλωβιστούν σε φλεγόμενη περιοχή, στην χώρα που σκοτώνονται άνθρωποι επειδή τρένα συγκρούονται μετωπικά, στην χώρα που συμφέρει περισσότερα να «φας» πρόστιμο για τις παραλείψεις σου σε θέματα ασφαλείας, παρά να κάνεις τις ενέργειες που απαιτούνται, σε μία χώρα που λειτουργούν κατασκηνώσεις που πνίγονται παιδιά και λειτουργούν έστω και μια ώρα παραπάνω χωρίς να σφραγιστούν, είναι αναμενόμενο στην Χαλκιδική, όπως και σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, να υπάρχουν «σαπάκια» μηχανήματα, πάνω στα οποία παίζουν «ρώσικη ρουλέτα» χιλιάδες ψυχές. 

Το παρόν κείμενο δεν είναι «δημοσιογραφικό ρεπορτάζ», ούτε καν «άρθρο γνώμης». Είναι η απεγνωσμένη προσπάθεια ενός δημοσιογράφου, ενός πολίτη, ενός πατέρα, να εκφράσει – με όσο το δυνατόν περισσότερη ψυχραιμία – μια φωνή απόγνωσης… Μέχρι πότε θα ζούμε «από τύχη»; Έως που είναι το όριο, η κόκκινη γραμμή, για να πούμε ότι «πιάσαμε πάτο, δεν πάει άλλο»; Τελικά, πόσο χοντρόπετσος μπορεί να γίνει ο άνθρωπος, μπρος την δόξα, την εξουσία, τα κέρδη; Πόσες ψυχές αντέχει η συνείδηση της Δημάρχου που δεν είχε προσωπικό να ελέγξει το λούνα παρκ, επειδή εξέταζαν την πισίνα που πνίγηκε η 8χρονη; Πόσες ψυχές αντέχει ο χοντρόπετσος ιδιοκτήτης να πάρει στον λαιμό του, προκειμένου να έχει την δυνατότητα να γεύεται τις «ψαρούκλες» του; Πόσες ψυχές αντέχουμε να χάσουμε, πριν σταματήσουμε να δείχνουμε ανοχή σε κάθε «αρπακολατζή», είτε είναι πολιτικός ή είναι ημέτερος ή «χαϊδεμένος»; 

Γιάννη, δεν έφταιξες. Ήσουν κι εσύ ένα ακόμα θύμα της απανθρωπιάς που, με την σαπίλα της, τρώει χρόνια τώρα την κοινωνία μας. Αυτοί που έφταιξαν, αν τελικά δικαστούν, ίσως τιμωρηθούν. Μα δεν θα είναι η τιμωρία ισάξια του κακού που έκαναν. Το χειρότερο όμως είναι ότι σαν κι αυτούς φοβάμαι πως υπάρχουν κι άλλοι, απλά δεν τους «έκατσε η στραβή στην βάρδιά τους». 

Γιαννάκη, ευχόμαστε όλοι να είσαι το τελευταίο θύμα. Όσο και αν δεν το πιστεύουμε, το ευχόμαστε μέσα από τα βάθη της καρδιάς μας. Καλό σου ταξίδι παλικάρι μου. 

Νίκος Βουδούρης

(Δημοσιεύθηκε στην ψηφιακή εφημερίδα InVeria – Κυριακή 25Αυγούστου 2024, φύλλο 117)  

Πηγή