Πόσο σπάνια ακούγεται αυτή ή έκφραση! Έχουμε μάθει να εξυπηρετούμε τις ανάγκες των άλλων, πολλές φορές σε βάρος των δικών μας αναγκών, στο βαθμό που η βοήθειά μας θεωρείται δεδομένη.

Είναι, σαφώς, δύσκολο να αλλάξουμε την πάγια τακτική μας να είμαστε πάντα εκεί για τους άλλους, αλλά είναι επίσης σημαντικό να υπερασπιστούμε τις προσωπικές μας ανάγκες, χωρίς να νιώθουμε ενοχή για την πράξη μας αυτή. Είναι απολύτως νόμιμο να πούμε «όχι».

Oι σχέσεις που αξίζει να υπάρχουν, θα διατηρηθούν ακόμη και αν δεν υπερπροσφέρουμε. Είναι και ευθύνη των άλλων να υπολογίσουν τις ανάγκες μας και να δεχθούν να άρνησή μας. Αυτό κάνει μια σχέση ισότιμη και ουσιαστική.

Αλλιώς είναι μια σχέση εξάρτησης, στην οποία προσφέρουμε περισσότερα απ’ όσα εισπράττουμε. Αν καταφέρουμε, πρωταρχικά, να απαλλαγούμε από τα συναισθήματα ενοχής, θα μπορέσουμε να επαναπροσδιορίσουμε τη συμπεριφορά μας και να υπερασπιστούμε το δικαίωμά μας να αρνούμαστε. Χρειάζεται, λοιπόν:

  • Να είμαστε ξεκάθαροι για το τι απαιτούν οι άλλοι από εμάς, ώστε να μπορούμε να δικαιολογήσουμε μέσα μας την επιλογή μας να αρνηθούμε.
  • Να μπορούμε να αξιολογήσουμε τις προσωπικές μας δυνάμεις και το χρόνο που μπορούμε να διαθέσουμε στους άλλους. Είναι σημαντικό να βάλουμε προτεραιότητες. Έτσι, θα μπορέσουμε να αφιερώσουμε χρόνο στους άλλους, χωρίς να θυσιάζουμε την ικανοποίηση των δικών μας αναγκών.
  • Να πάρουμε το χρόνο μας για να σκεφτούμε αν θέλουμε να το κάνουμε αυτό που μας ζητάνε. Μπορεί να αρνηθούμε να προσφέρουμε βοήθεια στους άλλους τώρα, αλλά να είμαστε σε θέση να τους βοηθήσουμε αργότερα. Δεν υπάρχει νόμος που μας υποχρεώνει να υποκύπτουμε πάντα!
  • Να δείχνουμε ότι η άρνησή μας δεν έχει να κάνει με το άτομο που έχουμε απένταντί μας. Ότι το σεβόμαστε και το εκτιμάμε, ακόμη και αν δεν μπορούμε να προσφέρουμε τη βοήθειά μας.
  • Να είμαστε διαλλακτικοί. Όχι στο άκρο του να αρνούμαστε τα πάντα. Απλά, να δείχνουμε στους άλλους ότι έχουμε πρόγραμμα και ότι η τελική επιλογή είναι δική μας. Έτσι, έχουμε τον έλεγχο της κατάστασης στα χέρια μας.
  • Να είμαστε ειλικρινείς. Η ειλικρίνεια εκτιμάται περισσότερο από το να κάνουμε κάτι που δε θέλουμε. Ο άλλος παίρνει το μήνυμα ότι δεν το θέλουμε και ταυτόχρονα αποκτά δύναμη επάνω μας, γιατί με την πράξη μας δηλώνουμε ότι έχουμε την τάση να υποχωρούμε και να μην υπερασπιζόμαστε τις ανάγκες μας.
  • Όταν καταλήξουμε ότι πρέπει να αρνηθούμε, να το κάνουμε χωρίς η στάση του σώματός μας ή ο τόνος της φωνής μας να φανερώνει δισταγμό για την επιλογή μας. Αν και οι περισσότεροι πιστεύουν πως εκφράζοντας δικαιολογίες και επιχειρήματα για την άρνησή τους φαίνονται πιο ευγενικοί, η απολογία περνά το μήνυμα της αδυναμίας. Στην ουσία φανερώνει ότι έχουμε ενοχές που δεν υποκύψαμε στα «θέλω» των άλλων. Πρέπει να δείχνουμε σίγουροι για την επιλογή μας και να είμαστε συνεπής στην απόφασή μας.
  • Να εξασκηθούμε στο δικαίωμά μας να αρνούμαστε. Για παράδειγμα, στην αρχή είναι χρήσιμο να αρνούμαστε πράγματα για το οποία νιώθουμε άνετα ή σε ανθρώπους που η σχέση μας μαζί τους έχει δοκιμαστεί και γνωρίζουμε πως η άρνησή μας δε θα έχει πολύ αρνητικές επιπτώσεις.

Αν κάποιος επιμένει παρά την άρνησή μας, ας επαναλάβουμε την επιλογή μας. Ξεκινάμε τη φράση μας με τη λέξη «όχι», ώστε να μην αφήσουμε τους άλλους να μας παρασύρουν. Έχουμε το δικαίωμα να ενεργούμε σύμφωνα με τις ανάγκες και τα πιστεύω μας.

Όταν είμαστε πάντα πρόθυμοι να εξυπηρετήσουμε τους άλλους, η βοήθειά μας θεωρείται δεδομένη και δεν εκτιμάται στ’ αλήθεια. Δώστε στις πράξεις σας αξία, ώστε να τις σέβονται και κατ’ επέκταση να σέβονται και εσάς.

της Χρύσας Μπέκα – Ψυχολόγος/Ψυχοθεραπεύτρια (www.neaarxi.com)