Σε ποιες ενέργειες προτίθεται να προβεί η ηγεσία του Υπουργείου Οικονομικών, ώστε να δοθεί κάποια λύση σε όσους επιτηδευματίες, νομικά και φυσικά πρόσωπα, που παρόλο ότι έχουν διακόψει προ ετών την επαγγελματική τους δραστηριότητα, συνεχίζουν να λαμβάνουν ειδικά εκκαθαριστικά σημειώματα για την καταβολή του τέλους επιτηδεύματος, ρωτούν με σχετική ερώτηση στον Υπουργό Οικονομικών οι Βουλευτές Γεωργία Μπατσαρά και Άννα Μάνη-Παπαδημητρίου (Πιερίας).

mpatsaraΌλο το κείμενο της Ερώτησής τους έχει ως εξής:

Στο άρθρο 31 του ν.3986/2011 (ΦΕΚ 152 Α’/1.7.2011) προβλέπεται η καταβολή ετησίου τέλους επιτηδεύματος για επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες. Συγκεκριμένα, η παράγραφος 6 της προαναφερθείσας διάταξης ορίζει, ότι η καταβολή του τέλους επιτηδεύματος αφορά όσους ασκούν επιτήδευμα ή ελεύθερο επάγγελμα κατά τη διάρκεια ενός οικονομικού έτους, με ημερομηνία έναρξης εφαρμογής της υποχρέωσης καταβολής την 1η Ιανουαρίου 2011. Το δε τέλος, βάσει του προσφάτως θεσπισθέντος ν.4110/2013 (ΦΕΚ 17 Α’/23.1.2013) κυμαίνεται από 650 έως και 1000 ευρώ, ενώ για όσα νομικά πρόσωπα διαθέτουν υποκαταστήματα, αυξάνεται κατά 600 ευρώ για κάθε υποκατάστημα.

Από την υποχρέωση καταβολής, βέβαια, εξαιρούνται μια σειρά από φυσικά και νομικά πρόσωπα που δραστηριοποιούνται σε περιοχές με μικρό αριθμό κατοίκων (σε χωριά έως 500 κατοίκων και σε νησιά κάτω από 3.100 κατοίκους), καθώς και όσοι επαγγελματίες απέχουν τρία (3) έτη από τη συνταξιοδότησή τους. Παράλληλα, στους εξαιρουμένους από την καταβολή του τέλους επιτηδεύματος συμπεριλαμβάνονται και όσοι επαγγελματίες έχουν διακόψει κάθε τους δραστηριότητα, η οποία όμως αναγνωρίζεται μόνο με την υποβληθείσα δήλωση διακοπής εργασιών στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ..

Ωστόσο, εξαιτίας της σχετικά πρόσφατης ηλεκτρονικής συγκέντρωσης και καταγραφής στοιχείων των φυσικών και νομικών προσώπων -το σύστημα TAXIS ξεκίνησε να λειτουργεί μέσα στη δεκαετία του 2000-, οι Δ.Ο.Υ. δεν διαθέτουν αρχεία που να περιλαμβάνουν παρελθόντα στοιχεία. Επίσης, πολλές φορές είναι αδύνατη η προσκόμιση των ιδιωτικών συμφωνητικών λύσης των εταιριών από τα Πρωτοδικεία, λόγω της παρόδου πολλών ετών από την καταχώρησή τους. Τοιουτοτρόπως, εντοπίζεται το φαινόμενο να εκδίδονται και να αποστέλλονται ειδικά εκκαθαριστικά σημειώματα καταβολής του τέλους επιτηδεύματος για εταιρίες που έχουν πιθανώς εδώ και δεκαετίες διακόψει τη λειτουργία τους.

Παράλληλα, οι προθεσμίες που τίθενται για την καταβολή του τέλους επιτηδεύματος είναι εξαιρετικά ασφυκτικές, με συνέπεια χιλιάδες συμπολίτες μας να προστρέχουν στις εφορίες, προκειμένου να αποδείξουν ότι δεν υποχρεούνται να προβούν στην εξόφλησή του, δίχως να έχουν τη χρονική δυνατότητα συλλογής των απαραίτητων δικαιολογητικών στοιχείων.

 

Κατόπιν των ανωτέρω,

ΕΡΩΤΑΤΑΙ ο κ. Υπουργός:

1. Σε ποιες ενέργειες προτίθεται να προβεί η ηγεσία του Οικονομικών, ώστε να δοθεί κάποια λύση σε όσους επιτηδευματίες, νομικά και φυσικά πρόσωπα, παρόλο που έχουν διακόψει προ ετών την όποια επαγγελματική τους δραστηριότητα, συνεχίζουν να λαμβάνουν ειδικά εκκαθαριστικά σημειώματα για την καταβολή του τέλους επιτηδεύματος;

2. Με ποιον τρόπο θα μπορέσουν αυτοί να δικαιολογήσουν τη διακοπή της λειτουργίας των επιχειρήσεών τους, προκειμένου να εξαιρεθούν από την υποχρέωση καταβολής του;

3. Γιατί δεν χορηγείται μεγαλύτερη πίστωση χρόνου στους συμπολίτες μας που δικαιούνται την εξαίρεσή τους από τις διατάξεις του νόμου περί του τέλους επιτηδεύματος;»