Είχα την ευτυχία να επισκεφτώ τρεις φορές το Ναύπλιο …. τρειςφορές και η κάθε μία διαφορετική…

palamidiΔεν ξέρω τι να πρωτοθυμηθώ για το Ναύπλιο. Ακόμα κουβαλάει η μνήμη μου μια ρομαντική διάθεση αλλά και τον αέρα της νεότερης Ελλάδας. Μου φέρνει έντονα στο μυαλό το στίχο από ένα παλιό τραγούδι: «Μου ξανάρχονται ένα ένα χρόνια δοξασμένα ».

Ναύπλιο λοιπόν και ένα ακόμα ταξίδι ξεκινάει…

Αφήνοντας το μυαλό μου να ταξιδέψει πίσω χάνομαι στα σοκάκια της πόλης.Οι βουκαμβίλιες ανθισμένες στολίζουν τα μπαλκόνια των σπιτιών και το άρωμα της θάλασσας πλημμυρίζει την παλιά πόλη.

Περπατάς μεσημέρι στους δρόμους και ξεχύνονται τα αρώματα του παρελθόντος. Τα βήματά σου αργά και το κάνεις επίτηδες για να έχεις την ευκαιρία να ρουφήξεις κάθε άρωμα ,να κρατήσεις κάθε εικόνα..Πλακόστρωτα στενά δρομάκια, σκάλες που σε οδηγούν σε παραδοσιακά ξενοδοχεία, μικρές ταβέρνες να σε προσκαλούν να δοκιμάσεις τις γεύσεις.

Κοιτάζεις δεξιά και αριστερά και ένα παλαιοπωλείο τραβάει το βλέμμα σου. Στη σκονισμένη του βιτρίνα, στρωμένο με ένα ξεθωριασμένο από τον ήλιο σατέν ύφασμα -που κάποτε πρέπει να είχε το κατακόκκινο χρώμα του μήλου -απλώνεται η πραμάτεια.Ένας ναργιλές, εκατοντάδες κομπολόγια σε χρώματα που θαμπώνουν τα μάτια σου ,λίγο πιο εκεί μια μικρή ασημένια φωτογραφία και παρέκει ένα μικρό μελανοδοχείο ..Δεν διστάζεις να μπεις μέσα, να περιπλανηθείς..

Ο παλαιοπώλης, ένας παππούς γύρω στα 80 ευγενικότατος και ας είχε ακουμπήσει το κεφάλι του στον πάγκο για να πάρει έναν υπνάκο και εσύ μόλις τον ξύπνησες. Του ζητάς συγγνώμη και του εξηγείς ότι δεν ήρθες να αγοράσεις αλλά ότι θέλεις απλά να δεις. Δεν σε στραβοκοιτάει απλά μόνο σε ρωτάει αν θες καφεδάκι…και συ δέχεσαι..Στον φέρνει και αρχίζει την εξιστόρησή του.

Κάθε κομμάτι που σου δείχνει έχει την ιστορία του. Πλαστή ή όχι δεν έχει σημασία .Όσο προχωράς προς τα μέσα στο μαγαζί τόσο πιο αραχνιασμένα τα αντικείμενα αναδεικνύουν την παλαιότητά τους. Και ο παππούς συνεχίζει ακάθεκτος και τα μάτια του λάμπουν.”ΚΑΘΕ ΚΟΜΜΆΤΙ έχει παρελθόν και χωρίς παρελθόν δεν έχεις κάτι να διηγηθείς ” λέει και προχωράει όλο και πιο βαθιά και όταν η ξενάγηση τελειώνει σε αποχαιρετά και σου λέει να ξαναπάς.

Ο δρόμος συνεχίζει. και τα μικρά μαγαζιά διαδέχονται το ένα το άλλο. Μαγαζιά κάθε είδους αλλά αυτά που τραβάνε το βλέμμα είναι τα μαγαζιά με τα κομπολόγια. Ναύπλιο η πόλη του κομπολογιού..Κεχριμπάρι, ελεφαντόδοντο, πολύτιμες και ημιπολύτιμες πέτρες, φτιάνουν ένα ουράνιο τόξο χρωματικής πανδαισίας.

Φτάνεις στην πλατεία Συντάγματος…Εκεί ψηφίστηκε το Σύνταγμα του 1832 …Λίγο πιο πάνω τα ανάκτορα…Δεν είναι επιβλητικά αλλά εκεί έμεινε ο Όθωνας σαν βασιλιάς. Δεν έχει αλλάξει τίποτα από τότε και τα μαγαζιά που βρίσκονται στην πλατεία τίποτα δεν μπορούν να αφαιρέσουν από το παρελθόν. Δεν είναι ικανά να σε αποτραβήξουν από εκεί που ταξιδεύεις. Ακόμα και την ώρα που πίνεις τον απογευματινό σου καφέ νιώθεις ανάμεσά στον κόσμο να περιπλανιούνται φουστανελάδες ,γυναίκες με φορέματα εποχής και καπελάκια αλλά και γυναίκες ντυμένες με την παραδοσιακή Ναυπλιώτικη στολή πανέμορφες και χαμογελαστές.

Η περιήγηση όμως δεν τελειώνει στην πλατεία. Πληρώνεις τον καφέ σου και κατευθύνεσαι στον Άγιο Σπυρίδωνα. Δίπλα από την πόρτα το σημάδι μιας σφαίρας μέσα σε ένα γυάλινο πλαίσιο και απέναντι τα ίδια σκαλοπάτια εκεί που είχε σταθεί ο δολοφόνος του Καποδίστρια.

Μπορείς να μη φανταστείς την εικόνα ακόμα και με τα μάτια ανοιχτά, να μη δεις τη σκηνή να ξετυλίγεται μπροστά σου? Μπαίνεις μέσα και εκεί καθώς ανάβεις το κεράκι σου στο ταπεινό μανουάλι κάνεις και μια δέηση στο Θεό για την ψυχή του πρώτου κυβερνήτη της ελεύθερης Ελλάδας..

Αποκαμωμένος επιστρέφεις στο ξενοδοχείο σου και απολαμβάνεις μια βόλτα στην παραλία λίγο πριν επιστρέψεις για ύπνο. Το αεράκι μυρίζει γιασεμί και θάλασσα.Απόλυτη γαλήνη ψυχής.Τι άλλο θα ήθελες πέρα από αυτό;

Η επόμενη μέρα σε βρίσκει να κοιτάς το πρόγραμμα, Εθνική Πινακοθήκη, περιήγηση στην πόλη… Παλαμήδι. Η ξενάγηση ξεκινά από το πάρκο κάτω από το Παλαμήδι.Ένας καφές για εσένα ένας χυμός για τα παιδιά καθώς περιμένετε την ξεναγό από το Δήμο.

Σε μισή ώρα το ταξίδι στο χτες ξεκινά άλλη μια φορά…

-“Το βλέπετε αυτό το διώροφο σπίτι; Εδώ έμεναν οι αντιβασιλείς του Όθωνα Άρμανσπεργκ ,Μάουρερ και ‘Εϋντεκ ή Χέιντεκ” μας λέει η ξεναγός και συ το κοιτάς και σκέφτεσαι. Το σπίτι είναι ετοιμόρροπο.Τίποτα δεν μαρτυρά την ιστορία του πέρα από μια απλή ταμπέλα. Αν δεν το ξέρεις δεν το προσέχεις..Και όμως εκεί μέσα πάρθηκαν αποφάσεις για τους Έλληνες κάποτε..Και αυτό το κάποτε σε αυτή την πόλη δεν μοιάζει μακρινό..

Λίγο πιο κάτω σου δείχνει μια βρύση .”Τη βλέπετε αυτή τη βρύση; Δεν ξέρουν τι γράφει.Είναι τόσο παλιά η αραβική γραφή που κανείς δεν μπόρεσε να την αποκρυπτογραφήσει”.

Και είναι μια βρύση μαρμάρινη που δεν θα την πρόσεχες ποτέ αν μόνος σου έκανες την περιήγησή σου.

Φτάνεις στην Πινακοθήκη.Δέος σε πιάνει.Μεταφέρθηκαν από την Αθήνα πολλοί πίνακες που αναφέρονται στην επαναστατημένη Ελλάδα του 1821. Ήρωες, μάχες, όλα ξετυλίγονται μπροστά σου. Γύζης, Λύτρας, Μαργαρίτης και έργα άλλων Ελλήνων ζωγράφων εκτίθενται στην Πινακοθήκη. Εδώ είναι ο χώρος τους. Εδώ νιώθεις ότι ταιριάζουν, ότι ανήκουν…

Παλαμήδι

Ακολουθεί η μεταφορά μας στο Παλαμήδι. Δεν ανεβαίνεις βέβαια από τα 999 σκαλοπάτια του. Τα προτιμάς στο κατέβασμα.

Χτίστηκε από τους Ενετούς και καταλήφθηκε από τους Τούρκους που το είχαν μέχρι το 1822.Η 29η Νοεμβρίου 1822 ήταν μια νύχτα σταθμός στη Νεότερη ιστορία της πόλης, που διανύει το δεύτερο χρόνο του Αγώνα κατά των Τούρκων. Μετά από πολλών μηνών πολιορκία το φρούριο έρχεται σε ελληνικά χέρια.

Εδώ η ιστορία ξαναζωντανεύει.Κανόνια από την εποχή του 1800 σε όλο το χώρο. Προμαχώνες που κοιτάνε το πέλαγος και η αγριότητα του τόπου αυτού και όσων διαδραματίστηκαν εκεί ,έρχονται σε αντίθεση με το πανέμορφο τοπίο της γαλάζιας θάλασσας και της ηρεμίας της. Δεν μπορείς όμως να μη συλλογιστείς τις σκληρές μάχες που έγιναν εκεί..Ένας χώρος γεμάτος πόνο αλλά και ομορφιά..Τα συναισθήματα αμφιλεγόμενα..Και πράγμα παράξενο..Οι φωνές των τουριστών εδώ δεν γεμίζουν το χώρο..Όλοι ψιθυρίζουν ..Ακόμα και εμείς..Ο σεβασμός στο παρελθόν φέρνει τη σιωπή..Σιωπή που όμως γίνεται οργή καθώς πλησιάζεις σε μια φυλακή..Τη φυλακή του Κολοκοτρώνη .Στην αρχή νομίζεις πως είναι ο μεγάλος χώρος που αντικρίζεις. Αλλά πλησιάζοντας αριστερά σου βλέπεις μια τρύπα 60εκ Χ 50 εκ(τόσο μικρή σου φαίνεται ενώ οι πραγματικές της διαστάσεις ξεπερνάνε το 1μ Χ 1μ )και καθώς μπαίνεις σκύβοντας λες για άλλη μια φορά “ΕΔΏ ΤΟΝ ΕΊΧΑΝ” μα η ματιά σου πέφτει πάλι στα δεξιά. Μια ακόμα μικρότερη τρύπα οδηγεί σε ένα χαμηλότερο-από το επίπεδο που βρίσκεσαι-χώρο, χωρίς παράθυρο ,χωρίς αέρα ..Μόνο ένας αεραγωγός έφερνε τον καθαρό μέσα στη τρύπα αυτή για να αναπνέει ο πρώτος πολεμιστής του 1821,ο αρχιστράτηγος Κολοκοτρώνης που άδικα φυλακίστηκε.

Βγαίνοντας από εκεί θέλεις να ηρεμήσεις. Μόνο η θάλασσα μπορεί να το κάνει .Μόνο αυτή .Και η ματιά σου πλανιέται στο απέραντο γαλάζιο. Ήρθε η ώρα να ξαποστάσεις. Δεν θέλεις να πεις τίποτα ,δεν θέλεις να ακούσεις τίποτα. Μόνο αφήνεσαι να σε φέρει πίσω ο χρόνος. Σιγά σιγά. Και δεν είναι εύκολο, καθόλου εύκολο.

της Βασιλικής Μηρτσέκη – Εκπαιδευτικός

*Η Βασιλική Μηρτσέκη είναι απόφοιτη του Παιδαγωγικού Τμήματος του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών με μετεκπαίδευση στο Διδασκαλείο “Αλέξανδρος Δελμούζος” του Πανεπιστημίου Αιγαίου