Από τον χιονιά του 1988. Γωνία Αγίας Σοφίας και Μητροπόλεως. (Photo: sv2bie/forum.snowreport.gr)

Το πρωί είδα μια φωτογραφία απ’ τα χιόνια του 1988 στη Θεσσαλονίκη. Α, δεν μπορείτε να φανταστείτε τι έκπληξη ήταν εκείνο το χιόνι για την πόλη! Καπάκι, ένας φίλος μου ευχήθηκε “καλές γιορτές, με χιόνια σαν του ’88”. Έχω μια ιστορία να διηγηθώ από τότε -σιγά που δεν θα είχα :)… Κι επειδή είναι απ’ τις πιο περίεργες κι ευχάριστες ιστορίες μου, αποφάσισα να τη διηγηθώ. Είναι ιστορία once in a lifetime κι απόδειξη του ότι η περιπέτεια ήταν πάντοτε η καλύτερη φίλη μου.

Ο μισός Νοέμβριος κι ο μισός Δεκέμβριος του ’88 με βρήκαν να περιπλανιέμαι στην κεντροδυτική Ευρώπη, κυρίως στο Παρίσι. Έτυχε στα πολύ νιάτα μου να περάσω μια περίοδο όπου απ’ τη μια πετούσα business class κι απ’ την άλλη έμενα στα φτηνότερα youth hostel. Είχα free αεροπορικά (μη με μισήσετε, αλλά είχα δουλέψει δυο χρόνια στην Swissair κι αυτό ήταν ένα απ’ τα προνόμια) κι έμενα όπου έβρισκα: σε καλά ή άθλια youth hostel ή φιλικά σπίτια. Κάποια στιγμή το Δεκέμβριο του 1988 κουράστηκα να αλλάζω κάθε τρεις και δύο κρεβάτι κι ήθελα να γυρίσω σπίτι μου για τα Χριστούγεννα. Βλακεία μου τώρα που το σκέφτομαι, αλλά μακάρι να ήταν η μόνη των ημερών ή της ζωής μου.

Έκλεισα, λοιπόν, θέση, Παρίσι – Ζυρίχη – Θεσσαλονίκη. Αποχαιρετιστήκαμε το πρωί με τους φίλους μου, εκείνοι θα γυρνούσαν με Air France, και δώσαμε ραντεβού το βράδυ στη Θεσσαλονίκη. Πέταξα κανονικά για Ζυρίχη, έφτασα στο gate, κάθισα να περιμένω, άρχισαν να έρχονται κι άλλοι Έλληνες και ξαφνικά σηκώνω τα ματάκια μου και βλέπω “SR 308 cancelled”. Ρωτώ στο counter, μου λεν ότι έχει κλείσει από χιόνια το αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης, λέω πλάκα με κάνετε, και τώρα τι γίνεται Παρασκευιάτικα στη Ζυρίχη χωρίς μία;;; Εννοείται ότι με τους περιορισμούς του συναλλάγματος και την παρατεταμένη απουσία μου απ’ την Ελλάδα, ήμουν άφραγκη κυριολεκτικά. Και σε γαλλικά και σε ελβετικά φράγκα.

Μου λεν θα σας τακτοποιήσουμε σε ξενοδοχείο, θα σας μεταφέρουμε, θα σας ταίσουμε και θα δικαιούστε 3 φράγκα την ημέρα τηλέφωνο. Μπράβο σας, λέω, είμαι περήφανη που έχω δουλέψει για την Swissair. Δίνουν σε όλους τους επιβάτες voucher, φτάνουν σε μένα, βλέπουν ότι ταξιδεύω δωρεάν, συσκέπτονται χαμηλοφώνως και μου λεν ότι λυπούνται, αλλά για μένα δεν προβλέπεται ξενοδοχείο.

Με κάποιον τρόπο που δε θυμάμαι, επικοινώνησα με το ελληνικό προξενείο στη Ζυρίχη, τους εξήγησα την κατάσταση και μου είπαν κι αυτοί ότι λυπούνται και δεν μπορούν να με βοηθήσουν. Τους ρώτησα τι μπορεί κάνει ένας Έλληνας στη Ζυρίχη όταν του συμβαίνει κάτι τέτοιο. Μου είπαν ότι δεν ξέρουν και χαίρετε.

Ξαναγύρισα στους Ελβετούς. Με κάποιον τρόπο, τους συγκίνησα και μου διέθεσαν ένα δωματιάκι στο αεροδρόμιο που προορίζεται για τράνζιτ επιβάτες. Νομίζω ότι με τάισαν και κάτι. Είχα μαζί μου μουσική και βιβλία, πέρασε η μέρα, πέρασε κι η νύχτα, ξύπνησα το πρωί, ετοιμάστηκα, πήρα όλα μου τα μπαγκάζια, ξαναπήγα στο counter. “Η πτήση σας δε θα  γίνει ούτε σήμερα γιατί είναι κλειστό ακόμη το αεροδρόμιό σας”, μου είπαν. Ετοίμασα το τελευταίο όπλο μου: τα δάκρυα. Πριν το οπλίσω, μου έδωσαν κι εμένα voucher και με έστειλαν μαζί με τους επιβάτες της πτήσης του Σαββάτου στο ξενοδοχείο. Βρήκα και κάτι λίγα λεφτά, βρήκα παρέα στο ξενοδοχείο, πήρα το Ζυριχόραμα, εντόπισα ένα live με reggae μουσική, “παιδιά πάμε, εγώ κερνάω όποιον δεν έχει λεφτά” ανακοίνωσα μεγαλοπρεπώς.

Πριν τη μεγάλη έξοδο, πήγαμε για φαγητό στο εστιατόριο του ξενοδοχείου. Τελειώσαμε, κάνω μια έτσι να πάρω την τσάντα μου κι ανακαλύπτω ότι λείπει. Η τσάντα μου. Την είχα κρεμάσει στην καρέκλα και κάποιοι την είχαν κλέψει. Μαζί με διαβατήριο, ταυτότητα, άδεια οδήγησης, κάρτα, οτιδήποτε αποδείκνυε ποια είμαι. Κι είναι Σάββατο βράδυ στη Ζυρίχη, 1988, δεν ξέρω πότε θα γίνει η πτήση μου κι είμαι ξανά άφραγκη. Καλά τα κατάφερα, δεν μπορείτε να πείτε!

Καλώ την αστυνομία κι ευτυχώς βρίσκω στο δωμάτιό μου ένα χαρτί της Swissair που δηλώνει ότι “Η Χριστίνα Ταχιάου είναι εποχικό προσωπικό στην εταιρεία μας”. Έρχονται δυο χαμογελαστοί Ελβετοί και με παίρνουν μαζί τους να πάμε στο τμήμα. Δεν θυμάμαι γιατί, αλλά γελάσαμε πολύ. Μάλλον με τα παθήματά μου. Δήλωσα τις απώλειες, υπέγραψα, μου έδωσαν απόδειξη, με γύρισαν πίσω. Οι φίλοι μου στο ξενοδοχείο μου είπαν ότι κάποιοι άλλοι επιβάτες αναρωτιόντουσαν για “εκείνη που δεν ήρθε την Παρασκευή μαζί μας στο ξενοδοχείο αλλά εμφανίστηκε το Σάββατο και μετά ήρθε και την έψαχνε η αστυνομία”. Γελάσαμε και μ’ αυτό κι αφού δεν είχαμε λεφτά να βγούμε αρχίσαμε να παίζουμε χαρτιά. Έχασα και τα τελευταία μου ψιλά. Δεν έχω κερδίσει ποτέ σε χαρτιά.

Την άλλη μέρα -Κυριακή- θα μεταφερόμασταν πάλι στο αεροδρόμιο μπας και πετάξουμε. Κι είχα να λύσει ένα σοβαρό θέμα: ότι δεν είχα διαβατήριο! Κινδύνευα, δηλαδή, να φύγουν οι υπόλοιποι κι εγώ να μην έχω πάλι που να μείνω στη Ζυρίχη κι επιπλέον να είμαι και μόνη. Εκεί, με σόκαραν οι Ελβετοί αστυνομικοί: δέχτηκαν να περάσω τον έλεγχο, με μόνα αποδεικτικά της ταυτότητάς μου το χαρτί της Swissair και τη βεβαίωση της ελβετικής αστυνομίας ότι έχω πέσει θύμα κλοπής. Κατάλαβα πόσο εμπιστοσύνη έχουν ο ένας στον άλλο κι όλοι μαζί στο κράτος. Και κυρίως στην Swissair.

Δεν πετάξαμε, όμως, και πάλι, οπότε ξανά μανά μεταφερθήκαμε σε άλλο ξενοδοχείο. Περάσαμε μια μέρα τριγυρνώντας στη Ζυρίχη -εγώ χωρίς εισιτήριο στα λεωφορεία, να τρέμω μη με πιάσουνε. Δε θα ξεχάσω μια φάση σε ένα καφέ που καθίσαμε, ένας Ελβετός που μας άκουσε να μιλάμε μας έπιασε κουβέντα στα ελληνικά. Είχε περάσει κάποια καλοκαίρια πουλώντας σκουλαρίκια στο δρόμο στην Κρήτη.

Δευτέρα πρωί, πάω απ’ τα χαράματα στο ελληνικό προξενείο για να βγάλω προσωρινό διαβατήριο. Ευτυχώς το βγάζω, τους “τη λέω” που με παρατήσανε στην τύχη μου την Παρασκευή, τους γυρνώ την πλάτη με αξιοπρέπεια  περνώ από ένα γραφείο της Swissair όπου είχαν ειδοποιηθεί ότι υπάρχει ένα άτομο από το εποχικό προσωπικό της Θεσσαλονίκης που ταλαιπωρείται, μου δίνουν 200 ελβετικά με μια απλή απόδειξη, με ξανασοκάρουν θετικά οι Ελβετοί, είμαι πανευτυχής, γυρνάω πίσω στο ξενοδοχείο, πάμε πάλι αεροδρόμιο, η πτήση πάλι δεν γίνεται, πάμε πάλι σε άλλο ξενοδοχείο. Φανταστείτε τώρα την ταλαιπωρία του να μαζεύεις κάθε μέρα όλα τα πράγματα, να αλλάζεις ξενοδοχείο, να τα κουβαλάς κλπ. Πάντως, το διασκέδαζα τρελά κι είχα και λεφτά αυτή τη φορά.

Τελικά πετάξαμε την Τρίτη. Τότε άνοιξε το αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης. Πρέπει να σας πω ότι, στο ενδιάμεσο, ο αριθμός των επιβατών ολοένα κι αυξανόταν  καθώς κάθε μέρα έρχονταν επιβάτες που θα πετούσαν με τις πτήσεις αυτές που κάθε μέρα ακυρώνονταν. Προσγειωθήκαμε τρεις μέρες πριν τα Χριστούγεννα σε ένα τοπίο αγνώριστο κι αφιλόξενο, σε μια πόλη παραλυμένη και τον κόσμο ανέτοιμο για τέτοιες συνθήκες. Το μικρό και φτωχικό μας αεροδρόμιο έμοιαζε βγαλμένο απ’ τις “Λευκές Νύχτες” με τον Μπαρίσνικοφ και την Ιζαμπέλα Ροσελίνι που είχα δει στο σινεμά. Ήταν τρομακτικό, τίποτα δεν έμοιαζε με την πόλη που ξέραμε. Περιττό να πω ότι κι η πρόσβαση προς την πόλη ήταν ένας άθλος. Ευτυχώς ο αδερφός ενός συνεπιβάτη είχε αλυσίδες στο αμάξι του και με μετέφεραν κι εμένα σπίτι. Ο κρατικός μηχανισμός ήταν τελείως ανεπαρκής για να αντιμετωπίσει μια τέτοια έκτακτη κατάσταση. Εδώ που τα λέμε, όλοι είχαμε εκπλαγεί απ’ το χιόνι εκείνο, ήταν κάτι απ’ αυτά που κανείς δεν περίμενε. Μάλιστα, λίγες μέρες πριν περηφανευόμουν σε κάποιες Καναδέζες με τις οποίες κάναμε παρέα στο Άμστερνταμ ότι “εμείς έχουμε πάντα καλό καιρό, δεν έχουμε χιόνια, ακόμα και το χειμώνα με λίγο κουράγιο μπορείς να κάνεις μπάνιο στη θάλασσα” κι άλλα ηχηρά παρόμοια.

Αυτή η ιστορία σήμερα μου φαίνεται εξωπραγματική. Η Swissair μας φιλοξενούσε επί 5 μέρες, μας πλήρωνε ξενοδοχείο, φαγητά και μας δικαιολογούσε 3 ελβετικά φράγκα την ημέρα για τηλεφωνήματα. Ήταν η πιο large εταιρεία στη διαχείριση εκείνης της κρίσης. Οι άλλες που πετούσαν τότε Θεσσαλονίκη, Lufthansa, Austrian, Air France και Ολυμπιακή είχαν μεταφέρει τους επιβάτες στην Αθήνα κι από εκεί με λεωφορεία στη Θεσσαλονίκη. Επειδή, όμως, η εθνική οδός είχε τα δικά της προβλήματα, έκαναν καμιά 20αριά ώρες μέχρι να φτάσουν. Όταν, μετά από μέρες, συναντηθήκαμε με τους φίλους μου απ’ το Παρίσι, ήταν σαν να είχαμε χρόνια να βρεθούμε. Και κάθε φορά που σκέφτομαι να πετάξω στο εξωτερικό, σκέφτομαι πόσο έχουν αλλάξει τα πράγματα στη φιλοξενία των αεροπορικών εταιρειών.

Νομίζω ότι δεν υπάρχει άλλη τόσο παλιά ιστορία που να θυμάμαι με τόσες λεπτομέρειες. Αλλά είναι και once in a lifetime ιστορία! Δυστυχώς…

Της Χριστίνας Ταχιάου

Πηγή: protagon.gr